σωστός -ή -ό Adj.  [sostos -i -o, swstos -h -o]

  Adj.
(119)
  
recht (ugs.)
  Adj.
(103)
  Adj.
(44)

GriechischDeutsch
Υπό την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής ρευστοποίησης που όρισε η εταιρεία Ekordaείναι σωστός και κάνοντας χρήση τη μέθοδο που χρησιμοποιεί η εταιρεία Ekorda, ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει, σε ποιο βαθμό θα ήταν τα αποτελέσματα των υπολογισμών της εταιρείας Ekorda διαφορετικά, από το εάν στηρίζονταν στα στοιχεία κατά την 28η Απριλίου 2004 και κατά την 17η Ιουνίου 2004, δηλαδή ακόμη πριν από τη συνάντηση με τους πιστωτές της 9ης Ιουλίου 2004.Unter der Voraussetzung, dass die von der Gesellschaft EKORDA festgestellten Verwertungskoeffizienten richtig sind und unter Anwendung der von der Gesellschaft EKORDA genutzten Methode führt die nachfolgende Tabelle an, bis zu welchem Grade die Berechnungsergebnisse der Gesellschaft EKORDA abweichen würden, wenn sie sich auf die Angaben vom 28. April 2004 und vom 17. Juni 2004 stützen würden, also immer noch vor der Gläubigerversammlung vom 9. Juli 2004.

Übersetzung bestätigt

«κατάλληλος» σημαίνει σωστός ή απολύτως ενδεδειγμένος, λαμβανομένων υπόψη της αναλογικής προσπάθειας και του κόστους, για συγκεκριμένη απαίτηση ή κατάσταση, ο οποίος βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία και αποδεικνύεται από σχετική ανάλυση, σύγκριση με κατάλληλα πρότυπα ή άλλες λύσεις εφαρμοζόμενες σε ανάλογες περιπτώσεις από άλλες αρχές ή άλλο κλάδο,„geeignet“ richtig oder vollkommen angemessen — auch unter dem Gesichtspunkt der Verhältnismäßigkeit von Aufwand und Kosten — in Bezug auf eine bestimmte Anforderung oder Situation, basierend auf objektiven Erkenntnissen und nachgewiesen durch eine Analyse oder einen Vergleich mit geeigneten Normen oder anderen Lösungen, die von anderen Behörden oder der Industrie in vergleichbaren Situationen verwendet werden;

Übersetzung bestätigt

Επομένως, είναι καταρχήν σωστός ο στόχος της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, τόσο ως ευρωπαϊκός όσο και ως εθνικός προσανατολισμός.Das Ziel der wirtschaftlichen und sozialen Kohäsion als europäische und nationale Orientierung ist dabei grundsätzlich richtig.

Übersetzung bestätigt

Ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι απόλυτα σωστός.Die Aussage ist nicht ganz richtig.

Übersetzung bestätigt

Μέχρι σήμερα, τα προγνωστικά συναλλαγών δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για χρηματοδοτούμενα μέσα από ό,τι για εγγυήσεις, γεγονός που σημαίνει ότι ήταν σωστός ο τρόπος με τον οποίο έχουν μοιραστεί οι πόροι της ΕΕ ανάμεσα στα δύο τμήματα των Μικροχρηματοδοτήσεων Progress (75 % έναντι 25 %).Die Prognosen für die Transaktionen lassen bislang ein größeres Interesse an finanzierten Instrumenten als an Bürgschaften erkennen, was unterstreicht, dass die Aufteilung der EU‑Ressourcen auf die beiden Teile der Progress-Mikrofinanzierung (75 % zu 25 %) richtig war.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

  • σωστός (maskulin)
  • σωστή (feminin)
  • σωστό (neutrum)


Singular

Plural

recht

rechten




Griechische Definition zu σωστός -ή -ό

σωστός -ή -ό [sostós] : 1.που είναι σύμφωνος με κπ. κανόνα, με κάποιο πρότυπο, που είναι τέτοιος όπως πρέπει να είναι. α. που ανταποκρίνεται στους κανόνες, στις αρχές μιας επιστήμης, τέχνης ή τεχνικής. ANT λανθασμένος: H σωστή γραφή μιας λέξης. H σωστή λύση ενός μαθηματικού προβλήματος. Έγραψα δύο ασκήσεις σωστές και μία λάθος. Mιλάει σωστά ελληνικά. Ο λογαριασμός δε βγήκε σωστός -ή -ό. Δε μου έδωσε σωστά ρέστα. Έχεις σωστή ώρα;, ακριβή. || Έχει σωστή φωνή. ANT φάλτσα. Tο σωστό βάδισμα. H σωστή θέση του σώματος. β1. που συμπεριφέρεται, σκέπτεται ή ενεργεί με τρόπο σύμφωνο με την ηθική και τη λογική: Είναι ένας πολύ σωστός -ή -ό άνθρωπος. Δημιούργησε μια σωστή οικογένεια. β2. (με αφηρ. ουσ.) που είναι σύμφωνος με την ηθική και με τη λογική ή με τους κανόνες της κοινωνικής συμπεριφοράς: Σωστές συμβουλές / απόψεις. Έδωσε σωστή αγωγή στα παιδιά της. H στάση του δεν ήταν η σωστή. Bλέπει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Δεν είναι σωστό αυτό που έκανες. || (ως ουσ.) το σωστό: Ο άνθρωπος πρέπει να κάνει πάντα το σωστό. (έκφρ.) το σωστό σωστό / το σωστό να λέγεται, πρέπει κανείς να δέχεται και να ομολογεί την αλήθεια, όταν αφορά τη θετική στάση ή προσφορά κάποιου. ΦΡ με τα σωστά του, για κπ. που τον θεωρούμε ανισόρροπο ή απλώς παράλογο· ΣYN ΦΡ με τα καλά του: Είναι με τα σωστά του;, για κπ. που λέει ή κάνει κτ. παράλογο. Tο λες με τα σωστά σου;, σοβαρά. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback